Το Vouhead Weather συμμετέχει στο έργο των πανεπιστημίων του Στάνφορντ και του UC Riverside (UCR), της Καλιφόρνια, για τη καταγραφή σεισμών, όπως επίσης την εκπαίδευση και την ευαισθητοποίηση του κοινού στην σεισμολογία. Είναι το QCN (Quake-Catcher Network). Σε ελεύθερη μετάφραση (Δίκτυο Καταγραφής Σεισμών) αν και πιο κοντά είναι το (Δίκτυο Σεισμο-Πιάστη)! Αυτό γίνεται με τη τοποθέτηση ενός αισθητήρα δονήσεων. Θέτοντας το πιο σωστά ενός επιταχυνσιομέτρου, που καταγράφει επιταχύνσεις στους τρεις άξονες σε σχέση με τον Βορρά. Τα στοιχεία μεσω θύρας USB και του προγράμματος BOINC (Berkeley Open Infrastructure for Network Computing), σε ελεύθερη μετάφραση (πρόγραμμα Ανοιχτής Υποδομής για την Πληροφορική Δικτύου του Berkeley), ο υπολογιστής τα στέλνει στο QCN. Επίσης μέρος της επεξεργαστικής του ισχύς είναι αφιερωμένη στο πρόγραμμα BOINC. Λίγη επεξεργαστική ισχύς από όλους που θέλουν να συμμετάσχουν και στο σύνολο ένας υπερυπολογιστής! Επάνω βλέπετε τα διαγράμματα του εκπαιδευτικού προγράμματος QCN-Live. Είναι πρόγραμμα καθαρά για εκπαίδευση τοπικά στον υπολογιστή. Δηλαδή ουσιαστικά δεν υπάρχει δυνατότητα να δημοσιεύσει κανείς αυτά που βλέπει σε πραγματικό χρόνο στο δίκτυο. Υπάρχει δυνατότητα καταγραφής σε αρχεία αλλά αυτό δεν εξυπηρετεί το σκοπό που έγινε αυτή η σελίδα. Ο σκοπός επετεύχθει εδώ με τη χρήση άλλων προγραμμάτων, κάνοντας βέβαια την όλη διαδικασία πολύπλοκη και ίσως επιρρεπή σε αστοχίες όσο αφορά την έννοια του πραγματικού χρόνου. Ισως κάποιες φορές να καθυστερήσει η ενημέρωση περισσότερο από όσο υπόσχεται! Οι επιταχύνσεις καταγράφονται ως εξής: Ζ (από πάνω προς τα κάτω), Υ (από μπρος προς τα πίσω), Χ (από αριστερά προς τα δεξιά). Στο επάνω μέρος είναι η σχετική Σημαντικότητα της τρέχουσας καταγραφής επιταχύνσεων σε σχέση με τη καταγραφή του παρελθόντος λεπτού. Επιτάχυνση είναι ο ρυθμός μεταβολής της ταχύτητας ως προς το χρόνο. Η επιτάχυνση μετράται σε μέτρα ανά δευτερόλεπτο στο τετράγωνο m/s2 ή m/s/s (μέτρα ανά δευτερόλεπτο, ανά δευτερόλεπτο). Η μονάδα μέτρησης στο S.I. (Διεθνές Σύστημα Μονάδων) είναι το 1 m/s2. Η ρύθμιση στο πρόγραμμα QCN-Live είναι με τις απόλυτες τιμές του αισθητήρα και με αυτόματο εύρος στα διαγράμματα. Σε κατάσταση ηρεμίας βλέπει κανείς στον άξονα Ζ τη μέτρηση της βαρύτητας, που ξέρουμε ότι είναι κατά μέσο όρο 9,8 m/s2 ή 1g. Η τιμή της μεταβάλεται λόγω του ότι η φυγόκεντρος δύναμη είναι μεγαλύτερη στον ισημερινό από ότι σε μεγαλύτερα γεωγραφικά πλάτη. Βέβαια Η φυγόκεντρος δύναμη είναι εικονική με την έννοια ότι η πραγματική δύναμη που υπάρχει είναι η κεντρομόλος δύναμη με τη μορφή της βαρύτητας. Ωστόσο, η φυγόκεντρος είναι μια βολική ψευδοδύναμη που μπαίνει στις μαθηματικές εξισώσεις για να εξισορροπήσει το γεγονός ότι η περιστρεφόμενη Γη δεν είναι αδρανειακό σύστημα αναφοράς οπότε δεν ισχύουν αυτούσιοι οι νόμοι του Νεύτωνα. Ετσι έχουμε τιμές από 9,789 m/s2 στον ισημερινό εως 9,823 m/s2 στους πόλους. Επιπροσθέτως ρόλο παίζει και το ότι η Γη δεν είναι τέλεια σφαίρα, αλλά πεπλατυσμένη. Ετσι τα αντικείμενα στους πόλους είναι πιο κοντά στο κέντρο της από ότι στον ισημερινό, περίπου κατά δέκα χιλιόμετρα. Οι άλλοι δύο άξονες Υ και Χ σε κατάσταση ηρεμίας δεν δείχνουν ουσιαστικά κάποια καταγραφή επιτάχυνσης, αφού δεν υπάρχει, παρά μόνο αυξομοιώσεις θορύβου που οφείλεται στα υλικά του συστήματος. Λόγω του ότι το εύρος μεταβάλεται αυτόματα, βλέπει κανείς μόνιμα καταγραφές να καλύπτουν όλο το πλάτος του διαγράμματος, όμως με ελάχιστες διαφορές τιμών. Σε περίπτωση σεισμού, η δόνηση ορίζεται με μια κάθετη διακεκομμένη μωβ γραμμή και βέβαια αλλάζει αυτόματα και το εύρος των τιμών, ώστε να είναι εμφανής η καταγραφή στο διάγραμμα. Σεισμός είναι η ανατάραξη της επιφάνειας της Γης που συνοδεύεται από σεισμικά κύματα που μεταφέρουν την ενέργεια του σεισμού μακριά από τον εστιακό χώρο του σεισμού, μέχρι αυτή σταδιακά να απορροφηθεί εντελώς. Ανάλογα με τη φύση του σεισμού έχουμε τους τεκτονικούς, τους ηφαιστειακούς, τους εγκατακρημνισιγενείς, τους κρυογενείς και τους τεχνητούς. Ως εστία ορίζεται η θέση που συμβαίνει ένας σεισμός. Υπόκεντρο είναι η θεώρηση της εστίας ως σημείου και επίκεντρο η προβολή του στην επιφάνεια της Γης. Το μήκος αυτής της προβολής είναι το εστιακό βάθος. Ως προς αυτό έχουμε επιφανειακούς σεισμούς μικρού βάθους (0 ως 30 χλμ), σεισμούς ενδιαμέσου βάθους (30 ως 70 χλμ) και σεισμούς μεγάλου βάθους (άνω των 70 χλμ). Το εστιακό βάθος είναι σημαντικό χαρακτηριστικό ενός σεισμού, ως προς τις καταστροφές που αυτός μπορεί να επιφέρει. Οσο μεγαλύτερο εστιακό βάθος, τόσο μεγαλύτερη εξασθένηση και διασπορά σεισμικών κυμάτων έχουμε. Δηλαδή σεισμοί ίδιου μεγέθους αλλά διαφορετικού εστιακού βάθους, έχουν διαφορετικά αποτελέσματα με τους επιφανειακούς να είναι καταστρεπτικότεροι από ότι οι σεισμοί ενδιαμέσου ή μεγάλου βάθους. Ως προς τα σεισμικά κύματα, αυτά διακρίνονται σύμφωνα με τον τρόπο που ταξιδεύουν. Αυτός εξαρτάται από το μέσο που ταξιδεύουν και κατά πόσο το μέσο αυτό επιτρέπει να διαδίδονται ή όχι συγκεκριμένα είδη ταλάντωσης, ανάλογα με το είδος της ταλάντωσης και το μήκος του σεισμικού κύματος. Ετσι έχουμε τα πρωτεύοντα κύματα Ρ (primary waves) που είναι διαμήκη κύματα πίεσης και έχουν τη μεγαλύτερη ταχύτητα από τα υπόλοιπα είδη σεισμικών κυμάτων. Διαδίδονται σε όλα τα στρώματα της Γης, από το φλοιό ως τον πυρήνα, μπορούν και εναλλάσσουν μέσα διάδοσης και συνεχίζουν να διαδίδονται διαθλώμενα σε αυτά και από το σημείο που φθάνουν κατακόρυφα στην επιφάνεια του φλοιού συνεχίζουν και μεταφέρουν μέρος της ενέργειας του σεισμού πέραν του εδάφους ως και πολύ ψηλά στην ατμόσφαιρα. Επίσης έχουμε τα δευτερεύοντα κύματα S (secondary waves) που είναι εγκάρσια κύματα και πιο αργά από τα πρωτεύοντα. Διαδίδονται σε μέσα που υπάρχει μνήμη σχήματος του υλικού. Ετσι διαδίδονται από τη λιθόσφαιρα, με ασυνέχεια στους ωκεανούς και την ατμόσφαιρα, ως και το κάτω μέρος του μανδύα. Σταματούν όμως φθάνοντας στον εξωτερικό πυρήνα της Γης. Υπάρχουν και άλλες μορφές σεισμικών κυμάτων που προκύπτουν από τα πρωτεύοντα και τα δευτερεύοντα, όταν αυτά φθάσουν στην επιφάνεια της Γης. Λέγονται επιφανειακά σεισμικά κύματα και είναι τα κύματα Reyleigh και τα κύματα Love. Αν ο σεισμός είναι μεγάλος, τα κύματα αυτά μπορούν να διανύσουν ολόκληρη την επιφάνεια της Γης αρκετές φορές ώσπου να απορροφηθούν εντελώς. Τα επιφανειακά σεισμικά κύματα, κυρίως τα κύματα Reyleigh, μετασχηματίζονται μερικώς και σε κύματα πίεσης αλλάζοντας μέσο από στερεό σε αέριο και ταξιδεύουν ως ψηλά στην ατμόσφαιρα όπου προκαλούν ρυτίδιασμα στα σύννεφα. Στη μορφή αυτή ονομάζονται σεισμικά βαρυτικά κύματα.
|